Written by Super User
Παραμένουν ερωτηματικά ως προς τη σχέση μεταξύ ιδιοπαθούς υπέρτασης και αυξημένης συχνότητας εμφάνισης του διαβήτη τύπου 2 (T2DM). Η παραδοχή αυτής της ανάλυσης είναι ότι η αντίσταση στην ινσουλίνη / αντισταθμιστική υπερινσουλιναιμία αποτελεί σημαντικό προγνωστικό παράγοντα του T2DM, και όσο μεγαλύτερη είναι η επικράτηση της αντίστασης στην ινσουλίνη σε οποιοδήποτε πληθυσμό, με φυσιολογική πίεση ή υπερτασικό, τόσο πιθανότερη είναι η ανάπτυξη T2DM.
Οι συμμετέχοντες ταξινομήθηκαν ως έχοντες φυσιολογική αρτηριακή πίεση ή προ-υπέρταση, και χρησιμοποιήθηκαν τρεις απλές εκδηλώσεις της αντίστασης στην ινσουλίνη που σχετίζονται με την παθοφυσιολογία του T2DM για να προβλέψουν τα περιστατικά T2DM: (1) η συγκέντρωση της γλυκόζης αίματος (γλυκόζη πλάσματος 2 ώρες μετά από λήψη 75 g γλυκόζης από το στόμα, (2) υπερινσουλιναιμία (συγκέντρωση ινσουλίνης πλάσματος 2 ώρες μετά από λήψη 75 g γλυκόζης από το στόμα) και (3) δυσλιπιδαιμία.
Βρέθηκε ότι μεταβλητές που σχετίζονται με την αντίσταση στην ινσουλίνη (γλυκαιμία, υπερινσουλιναιμία και δυσλιπιδαιμία) προβλέπουν την ανάπτυξη T2DM σε ασθενείς με φυσιολογική αρτηριακή πίεση ή προ-υπέρταση.
Metabolic markers associated with insulin resistance predict type 2 diabetes in Koreans with normal blood pressure or prehypertension; Ki-Chul Sung, Hyun-Young Park, Min-Ju Kim, et al.; Cardiovascular Diabetology (Mar 2016).