Η σχετική αποτελεσματικότητα και ασφάλεια της ενδοϋαλοειδικής χορήγησης των Aflibercept, Bevacizumab ή Ranibizumab στη θεραπεία του διαβητικού οιδήματος της ωχράς κηλίδας είναι άγνωστες.
Στην παρούσα μελέτη, σε 89 κλινικά κέντρα, 660 ενήλικες (μέση ηλικία, 61 ± 10 έτη) με διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας που εμπλέκει το κέντρο της ωχράς κηλίδας, επιλέχθηκαν τυχαία για να λάβουν Aflibercept σε δόση 2,0 mg (224 συμμετέχοντες), Bevacizumab σε δόση 1,25 mg ( 218 συμμετέχοντες) ή Ranibizumab σε δόση 0,3 mg (218 συμμετέχοντες). Τα φάρμακα της μελέτης χορηγήθηκαν κάθε 4 εβδομάδες, σύμφωνα με έναν αλγόριθμο που ορίστηκε από το πρωτόκολλο. Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν η μέση μεταβολή της οπτικής οξύτητας σε 1 έτος.
Βρέθηκε ότι η ενδοϋαλοειδικώς χορηγούμενη Aflibercept, Bevacizumab ή Ranibizumab βελτίωσε την όραση σε ασθενείς με διαβητικό οίδημα της ωχράς κηλίδας που εμπλέκει το κέντρο της ωχράς κηλίδας, αλλά η σχετική επίδραση εξαρτάται από την οπτική οξύτητα κατά το baseline. Όταν η αρχική απώλεια οπτικής οξύτητας ήταν ήπια, δεν υπήρχαν εμφανείς διαφορές, κατά μέσο όρο, μεταξύ των ομάδων της μελέτης. Στα χειρότερα επίπεδα της αρχικής οπτικής οξύτητας, η Aflibercept ήταν πιο αποτελεσματική στη βελτίωση της όρασης.
Aflibercept, Bevacizumab, or Ranibizumab for Diabetic Macular Edema; The Diabetic Retinopathy Clinical Research Network; The New England Journal of Medicine (Mar 2015).