Ενώ η κέτο και η μεσογειακή δίαιτα μπορούν και οι δύο να βοηθήσουν στη διαχείριση του διαβήτη, η μεσογειακή διατροφή φαίνεται πιο εύκολη στο να την ακολουθήσει κανείς, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο American Journal of Clinical Nutrition.
Ο Christopher D. Gardner, από το Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στην Καλιφόρνια, και οι συνεργάτες του πραγματοποίησαν μια μικρή τυχαιοποιημένη, διασταυρούμενη δοκιμή για να συγκρίνουν δύο δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων
Αυτές οι δίαιτες είχαν τρεις βασικές ομοιότητες (ενσωματώνοντας μη αμυλούχα λαχανικά και αποφεύγοντας πρόσθετα σάκχαρα και επεξεργασμένα δημητριακά) και τρεις βασικές διαφορές (ενσωμάτωση έναντι αποφυγής οσπρίων, φρούτων και ολικής αλέσεως δημητριακών). Οι δίαιτες συγκρίθηκαν για τις επιδράσεις τους στον έλεγχο της γλυκόζης και στους καρδιομεταβολικούς παράγοντες κινδύνου μεταξύ 33 ατόμων με προδιαβήτη ή διαβήτη τύπου 2.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι οι τιμές της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης δεν διέφεραν μεταξύ των δύο πλάνων δίαιτας στις 12 εβδομάδες.
Παρατηρήθηκε μεγαλύτερη μείωση στα τριγλυκερίδια με την καλά διαμορφωμένη κετογονική δίαιτα (WFKD, −16%) έναντι της μεσογειακής δίαιτας συν (Med-Plus, −5%). Η χοληστερόλη χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεϊνών ήταν υψηλότερη για την WFKD (+10%) έναντι της Med-Plus (−5%). Η χοληστερόλη λιποπρωτεϊνών υψηλής πυκνότητας αυξήθηκε κατά 11% και 7%, αντίστοιχα. Το βάρος μειώθηκε 8% και 7%, αντίστοιχα.
Όταν οι συμμετέχοντες ακολουθούσαν την WFKD είχαν χαμηλότερη πρόσληψη φυτικών ινών και τριών θρεπτικών συστατικών έναντι της Med-Plus. Τα δεδομένα παρακολούθησης υποδηλώνουν ότι η Med-Plus είναι πιο βιώσιμη.
«Ο περιορισμός των προστιθέμενων σακχάρων και των επεξεργασμένων δημητριακών και η έμφαση στη συμπερίληψη των λαχανικών θα πρέπει να είναι το επίκεντρο», δήλωσε ο Gardner. «Δεν υπάρχει κανένας λόγος να περιορίζουμε τις υγιεινές για την καρδιά, ποιοτικές τροφές με υδατάνθρακες», συμπλήρωσε.