Η υψηλή πρόσληψη ζάχαρης έχει συσχετιστεί με διάφορες παθήσεις και προβλήματα υγείας, όπως κακή στοματική υγεία, παχυσαρκία, διαβήτη και καρδιαγγειακές νόσους. Ερευνητές εξέτασαν τη σχέση ανάμεσα στην πρόσθετη ζάχαρη – δηλαδή τη ζάχαρη που προσθέτει η βιομηχανία σε τρόφιμα και ποτά κατά την επεξεργασία τους, όχι σε σάκχαρα που υπάρχουν φυσικά στα φρούτα, τα λαχανικά ή το γάλα – και την πρόσληψη μικροθρεπτικών ουσιών (βιταμινών και μετάλλων).
Το συνιστώμενο ανώτερο όριο για την πρόσληψη ζάχαρης διαφέρει ανάμεσα στις χώρες, ακόμα και στους διαφορετικούς φορείς. Οι συστάσεις της Σκανδιναβικής διατροφής συστήνουν ότι η πρόσθετη ζάχαρη δεν πρέπει να ξεπερνά το 10% της συνολικής πρόσληψης ενέργειας· όμως, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) έχει συμπεράνει ότι δεν υπάρχουν επαρκή επιστημονικά δεδομένα που να καθορίζουν το ανώτερο όριο. Ως αποτέλεσμα, η EFSA επανεξετάζει τις συστάσεις, μελετώντας τα στοιχεία πίσω από αυτές.
Αν και προηγούμενες έρευνες είχαν βρει σημαντικές συσχετίσεις ανάμεσα στην πρόσληψη της πρόσθετης ζάχαρης και την παράλειψη τροφών πλούσιων σε θρεπτικά συστατικά, μια επιστημονική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Lund θέλησε να εξετάσει το ζήτημα σε μεγαλύτερο βάθος. Χώρισαν το δείγμα τους σε δύο ομάδες: στη μία οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν με βάση το διατροφικό μενού που ακολούθησαν για 4 μέρες.
Στην άλλη ομάδα εξετάστηκαν με βάση το μενού 7 ημερών. Οι ερευνητές εστίασαν στη μέση καθημερινή πρόσληψη 9 μικροθρεπτικών συστατικών, απαραίτητων για την υγεία μας: ασβέστιο, φυλλικό οξύ, κάλιο, σίδηρο, μαγνήσιο, φυλλικό οξύ, σελήνιο, ψευδάργυρο, βιταμίνες C και D.
Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι όσο υψηλότερη ήταν η πρόσληψη ζάχαρης, τόσο χαμηλότερη ήταν η κατανάλωση τροφών που περιέχουν αυτές τις 9 βιταμίνες και τα μέταλλα. Η σχέση δηλαδή ανάμεσα στα δύο είναι αντιστρόφως ανάλογη και αυτό παρατηρήθηκε και στις δύο ομάδες. Κάτι που σημαίνει ότι η διάρκεια κατανάλωσης δεν έχει καμία σημασία.
Η επιστημονική ομάδα αναφέρει ότι αν και μία έρευνα μόνη της δεν είναι αρκετή για να αλλάξει τις συστάσεις των χωρών, προσθέτει πολύτιμα στοιχεία ώστε μελλοντικά να προσαρμοστούν τα μέτρα πρόσληψης και σύστασης σχετικά με την κατανάλωση πρόσθετης ζάχαρης. Η έρευνα δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nutrition & Metabolism.